εξώστης

εξώστης
Οι βατές προεξοχές που δημιουργούνται στους ορόφους των κτιρίων, μπροστά από ανοίγματα που φτάνουν έως το δάπεδο, τις εξωστόθυρες. Προορισμός τους είναι να δώσουν στους ορόφους έναν μικρό υπαίθριο χώρο, σε προέκταση του εσωτερικού κλειστού, ή και τη δυνατότητα εξωτερικής επικοινωνίας σε παρατεταγμένους χώρους. Κυρίως διακρίνονται δύο είδη ε.: οι κλειστοί και οι ανοιχτοί. Οι ανοιχτοί ε., δηλαδή τα μπαλκόνια, είναι γνωστοί ήδη από την ελληνιστική και ρωμαϊκή αρχιτεκτονική· ήταν ξύλινοι ή στηρίζονταν πάνω σε χτιστά γείσα και έφεραν ξύλινα ή χτιστά στηθαία. Στη Δύση, κατά τον Μεσαίωνα, ο ε. συνδεόταν συχνά με εξωτερική σκάλα ανόδου ενώ άλλοτε στεγαζόταν και προσκτούσε τη μορφή θεωρείου. Οι Βυζαντινοί κατασκεύαζαν ε. που στηρίζονταν σε σειρές λιθόκτιστων τοξυλλίων, τα οποία με τη σειρά τους στηρίζονταν πάνω σε λίθινους κιλλίβαντες (φουρούσια) και σχημάτιζαν ωραίες διακοσμητικές οριζόντιες ζώνες· αυτοί οι ε. ονομάζονταν ηλιακοί και είχαν συμπαγή χτιστά στηθαία (συναντώνται συχνά στα σπίτια του Μιστρά). Με τον ίδιο τρόπο κατασκευάζονταν και ε. στο ανώτερο σημείο των πύργων των φρουρίων, που προορίζονταν να διευρύνουν από τη μία μεριά τον χώρο για ευκολότερη κίνηση και από την άλλη, να προσφέρουν καλύτερη ορατότητα στους τοξότες (τοξοβολικοί ε.)· στο δάπεδο αυτών των ε. άφηναν τρύπες που τις χρησιμοποιούσαν ως ζεματίστρες. Κατά την Αναγέννηση, ο ε. του ορόφου συνδεόταν συχνά με την πύλη εισόδου στο κτίριο και αποτελούσε με αυτήν ένα ωραίο αρχιτεκτονικό και διακοσμητικό σύνολο, που συντίθετο από τις παραστάδες της πύλης, το επιστύλιο, το γείσο και τους λίθινους λαξευτούς κιονίσκους του στηθαίου του ε. Η ίδια αρχιτεκτονική μορφή διατηρήθηκε και στο μπαρόκ, μόνο που πλέον η ορθογωνική κάτοψη του ε. διέγραφε σχήματα καμπυλωμένα και η όλη σύνθεση προσλάμβανε –σύμφωνα με τον νέο ρυθμό– πολύ περισσότερα διακοσμητικά στοιχεία. Ο ανοιχτός ε. συναντάται κυρίως στη λαϊκή αρχιτεκτονική, γνωστός με την ονομασία χαγιάτι· αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία στη διαμόρφωση των όψεων και ταυτόχρονα είναι στοιχείο καθαρά λειτουργικό, το οποίο υπαγορεύεται από τις κλιματικές συνθήκες που επιτρέπουν την άνετη παραμονή σε υπαίθριους ή ημιυπαίθριους χώρους. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η παρουσία του σε πολυώροφα κτίρια, όπως σε μοναστήρια του Αγίου Όρους. Οι επάλληλες οριζόντιες σειρές των χαγιατιών, με τους ξύλινους στύλους και τις αντηρίδες, προσδίδουν ελαφράδα και χάρη στους αυστηρούς, πολλές φορές, συμπαγείς πέτρινους όγκους. Ο κλειστός ε. αποτελεί στην ουσία προέκταση του εσωτερικού χώρου έξω από την περίμετρο του κτιρίου· συναντάται συχνά ως λύση αρχιτεκτονική και αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμα της λαϊκής αρχιτεκτονικής της Μακεδονίας και της Ηπείρου, όπου οι δυσμενέστερες κλιματικές συνθήκες του τόπου, αλλά και λόγοι ασφαλείας, υπαγόρευαν την κατασκευή κλειστού λιθόδμητου ισογείου και την τοποθέτηση των κατοικήσιμων χώρων στους ορόφους. Τότε, το σπίτι εκτείνεται με τα σαχνισιά έξω από την περίμετρο του ισογείου, ελαφραίνει και ανοίγει τις μακρές οριζόντιες σειρές των παραθύρων του προς το φως και τον αέρα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η κατασκευή των κλειστών ε. στα λαϊκά σπίτια για τον ορθογωνισμό των χώρων των ορόφων, όταν το ισόγειο, εξαιτίας του οικοπέδου, είναι παράγωνο. Ο κλειστός ε. με ελαφρύ ξύλινο περίφραγμα και ανασυρόμενα παράθυρα απαντάται και σε πολλά παλαιά σπίτια της Αθήνας. Σήμερα, με το οπλισμένο σκυρόδεμα έχει γενικευτεί η χρήση τόσο των ανοιχτών όσο και των κλειστών ε., που κατασκευάζονται για λόγους λειτουργικούς, από τη μία, αλλά και για την πλαστικότερη διάπλαση της όψης των κτιρίων, από την άλλη. Εξώστης του κοινοτικού μεγάρου της Μόντσα στην Ιταλία, που χρονολογείται στον 14ο αι. Κλειστός εξώστης (σαχνισί) σε αρχοντικό του Πηλίου, χαρακτηριστικό είδος της ελληνικής λαϊκής αρχιτεκτονικής που συναντάται επίσης στη Μακεδονία και στην Ήπειρο (φωτ. Κ. Σκουρογιάννη). Η μονή Σίμωνος Πέτρας στο Άγιον Όρος, με επτά επάλληλες σειρές χαγιάτια, όπως ονομάζονται οι ανοιχτοί εξώστες στην ελληνική λαϊκή αρχιτεκτονική (φωτ. Ν. Κοντού). Eξώστης του Κυρηναλίου της Ρώμης, εξαίρετο έργο του Ιταλού γλύπτη Τζιαν Λορέντζο Μπερνίνι. Εξώστης ρυθμού μπαρόκ του μοναστηριού του Αγίου Φλωριανού στην Αυστρία. Εξώστες (miradores) της αρχιεπισκοπής της Λίμα στο Περού.
* * *
ο (AM ἐξώστης) [εξωθώ]
περιφραγμένη προεξοχή ορόφου η οποία συγκοινωνεί με το εσωτερικό οικοδόμημα με πόρτες
νεοελλ.
1. τμήμα τού εσωτερικού αίθουσας θεάτρου σε ψηλότερο επίπεδο από την πλατεία
2. βαθμίδα στα πλευρά μόνιμων δεξαμενών με κλίση προς τα έξω
αρχ.
Ι. ως επίθ.
1. αυτός που διώχνει ή καταστρέφει («ἐξώστης Ἄρης ἔθραυε λαίφη τῆσδε γῆς», Ευρ.)
2. (για άνεμο) ορμητικός, αυτός που σπρώχνει τα πλοία στην ξηρά
ΙΙ. ως ουσ. είδος σφυγμού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἐξώστης — one who drives out masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξώστης — ο 1. προεξοχή ορόφου ενός οικοδομήματος η οποία έχει περίφραγμα (κάγκελα) και συγκοινωνεί με το εσωτερικό με μία ή περισσότερες πόρτες, το μπαλκόνι, το λιακωτό. 2. όμοια προεξοχή στο εξωτερικό της αίθουσας θεάτρου ή κινηματογράφου που βρίσκεται… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐξῶσται — ἐξώστης one who drives out masc nom/voc pl ἐξωθέω thrust out perf ind mp 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξώσταις — ἐξώστης one who drives out masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξώστην — ἐξώστης one who drives out masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαλαρία — η 1. η μεγάλη στοά ενός μεγάρου 2. εξώστης σπιτιού με τζαμαρία που χρησιμεύει συνήθως ως διάδρομος 3. υπόγεια στοά ορυχείου 4. ο τελευταίος εξώστης ενός θεάτρου με το φθηνότερο εισιτήριο, συνήθως χωρίς αριθμημένες θέσεις 5. οι θεατές που… …   Dictionary of Greek

  • αλτάνα — και αλιτάνα και αρτάνα, η 1. μικρό, στενό χώρισμα παράλληλο προς τον τοίχο αυλής, όπου φυτεύονται λουλούδια, πρασιά 2. μικρός εξώστης, μπαλκόνι με άνθη 3. γλάστρα με λουλούδια 4. στον πληθ. οι αλτάνες είδος παιχνιδιού, τα πεντόβολα. [ΕΤΥΜΟΛ. < …   Dictionary of Greek

  • ηλιακός — Άνοιγμα σε ορισμένες –θολοσκέπαστες ή όχι– οικίες στη βυζαντινή αρχιτεκτονική· στοά ή περιστύλιο. Βλ. λ. εξώστης. * * * και λιακός, ή, ό (AM ἡλιακός, ή, όν, Α δωρ. τ. ἁλιακός, ή, όν) [ήλιος] αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στον ήλιο ή προέρχεται… …   Dictionary of Greek

  • έκθετος — η, ο (AM ἔκθετος, ον) 1. (για βρέφος) αυτός που εγκαταλείφθηκε 2. το ουδ. ως ουσ. το έκθετο εγκαταλελειμμένο παιδί νεοελλ. 1. αυτός που αφέθηκε στην επίδραση εξωτερικού παράγοντα («ἐκθετος στον αέρα») 2. ανυπεράσπιστος («ο πρωθυπουργός άφησε… …   Dictionary of Greek

  • βεράντα — η ευρύχωρος εξώστης με ή χωρίς στέγη. [ΕΤΥΜΟΛ. < (αγγλ.) veranda ή verandah < (ινδ.) varandā] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”